Σήμερα είναι από εκείνες τις μέρες. Αυτές τις κενές που θέλεις απλά να περάσουν. Αυτές τις μέρες που το μόνο που θέλεις είναι να κλειστείς στον εαυτό σου, να μιζεριάσεις, να συρθείς όσο πιο χαμηλά γίνεται, να μείνεις μόνος. Δεν ξέρω γιατί. Έτσι απλά συνέβη. Συνήθως έτσι γίνεται με μένα. Δεν είμαι κυκλοθυμική κι όμως λειτουργώ σαν να είμαι όλο και πιο συχνά. Πολύ περισσότερο τον τελευταίο χρόνο, από τότε που έφυγε ο μπαμπάς μου. Άλλαξα πολύ. Άλλαξα μέσα μου. Έγινα πολύ πιο απρόσιτη, πιο μοναχική, πιο μαύρη. Και ρε γαμώτο, όσο περνά ο καιρός αυτό δεν γίνεται πιο εύκολο. Παραμένει ο ίδιος πόνος. Ο δικός μου πόνος. Οι άλλοι δεν καταλαβαίνουν . Κανένας δεν ξέρει γιατί εγώ εκεί που γελάω, ξαφνικά συννεφιάζω. Αφού τις περισσότερες φορές και γω αργώ να το καταλάβω. Συνήθως αφορμή είναι μια λέξη, ένα τραγούδι, το τηλέφωνο που χτυπάει και γράφει ακόμα dady… Δεν αντέχω να με λένε «μαναράκι μου». Έτσι με έλεγε πάντα αυτός. Τώρα μου ακούγεται τόσο δύσκολο, τόσο ξένο. Τα βράδια ακόμα δεν μπορώ να κοιμηθώ. Αν κάνω όλη την προετοιμασία, με τις μελατονίνες, το μαγνήσιο και το αλκοόλ φυσικά, μπορεί να βγάλω και ολόκληρο εξάωρο σερί. Τότε είναι λόγος για πανηγύρι το πρωί. Αλλά αυτό είναι τόσο σπάνιο. Στις τρεις ανοίγουν τα μάτια και αρχίζει το μαρτύριο. Στην καλύτερη θα ξανακοιμηθώ μετά απο κάνα δίωρο για να μου κόψει το αίμα το ξυπνητήρι στις εξίμιση και να πρέπει να βάλω όλη μου την ενέργεια για να συρθώ από το κρεβάτι στο μπάνιο. Γιαυτό και οι μέρες μου είναι γαμημένες από το ξεκίνημα τους. Νιώθω τόσο κουρασμένη. Το χειρότερο όμως είναι πως δεν αντέχω να ξεκουραστώ. Δεν μπορώ να σταματήσω να κάνω κάτι. Θέλω το μυαλό μου να βρίσκεται μόνιμα σε ένα πανικό. Στην δουλειά οι ώρες περνούν γρήγορα. Είμαι στην τσίτα. Όχι επειδή χρειάζεται, επειδή έτσι μπορώ να λειτουργήσω καλύτερα. Από την ώρα που πάω στο γραφείο, φτιάχνω τον καφέ μου ,κάθομαι στο γραφείο μου και θα σηκωθώ δυο φορές για τουαλέτα και άλλη μια για να ξαναφτιάξω τον δεύτερο καφέ. Αντε να σηκωθώ καμιά ακόμα για να βάλω καμιά γκαρίδα στην σύνταξη άμα κάνουν καφενείο και ακούγονται πολύ. Αυτό όλη μέρα, κάθε μέρα. Και έτσι περνούν οι μέρες. . Αυτό όμως το συνήθισα. Το σπίτι είναι που κρύβει παγίδες. Ενώ πάντα δεν βλέπω την ώρα να γυρίσω και να κλείσω την πόρτα πίσω μου, υπάρχουν μέρες σαν την σημερινή που δεν με απομονώνει εντελώς. Δεν κρατά έξω τα φαντάσματα μου. Θέλω να αλλάξει. Θέλω να ξαναγίνω το κορίτσι. Με τρομάζει να βλέπω τον εαυτό μου έτσι. Θέλω να μάθω να είμαι πάλι ο ευατός μου. Αυτός ο περίεργος ο πεισματάρης, ξεροκέφαλος, αντιδραστικός σε όλα. Γιατί? Just because this is me. Για να μπορώ να κρατάω τους ανθρώπους δίπλα μου, να μην χρειάζεται να φεύγουν γιατί νιώθουν αδύναμοι να με βοηθήσουν . Είναι δύσκολο έως θαύμα να μείνει κάποιος δίπλα μου αβασάνιστα. Είμαι όλα τα κακά μαζί. Πρέπει να το λέει η καρδιά του και τα συκώτια του. Δεν παλεύομαι. Δεν αντέχω εγώ τον εαυτό μου. Γιατί να με αντέξει οποιοσδήποτε? Δεν με αντέχει η ίδια μου η μάνα. Ένα τέταρτο είναι το όριο μας. Μετά ψάχνω την έξοδο τρέχοντας. Και το τηλέφωνο μου αν η συνομιλία δεν είναι τετ α τετ. Τι γράφω? Γιατί γράφω? Δεν νιώθω καλύτερα καθόλου παρόλο που γράφω ότι μου έρχεται. Δεν έχει νόημα…Γυρίζω στα τραγούδια μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου